Ο Βησσαρίων (περ.1399/1400-1472) ήταν ένας από τους σημαντικότερους λογίους του ύστερου Βυζαντίου, θεολόγος και φιλόσοφος, και από τους συντελεστές της μεταφοράς των σπουδών από την Ανατολή στη Δύση και της αναβίωσης των κλασικών σπουδών. Εγκατεστημένος στην Ιταλία, άσκησε μεγάλη επίδραση στον πλατωνισμό της Ιταλικής Αναγέννησης, καθώς παρουσίασε τα κύρια χαρακτηριστικά και ορισμένες βασικές θέσεις της πλατωνικής φιλοσοφίας, ως ωφέλιμης στον χριστιανισμό, και υποστήριξε την ανωτερότητά της σε σχέση με την αριστοτελική, μέσα από μια ερμηνευτική που συνδύαζε τη νεοπλατωνική με τη βυζαντινή παράδοση.

 Η ζωή και το έργο του

Ο Βασίλειος, γενέθλιο όνομα του Βησσαρίωνα, γεννήθηκε στην Τραπεζούντα (περ.1399/1400). Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη και στον Μυστρά αστρονομία, μαθηματικά, ρητορική, φιλοσοφία, με δασκάλους όπως ο σχολιαστής του Αριστοτέλη Ιωάννης Χορτασμένος, ο αστρονόμος Γεώργιος Χρυσοκκόκης και ο Πλήθων. Έλαβε το μοναχικό σχήμα και το όνομα Βησσαρίων το 1423 και χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Νικαίας το 1437. Συμμετείχε στη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, όπου εντυπωσίασε και τελικά συμβιβάστηκε, αποδεχόμενος το filioque και συμβάλλοντας (μπροστά στον κίνδυνο καταστροφής του Ελληνισμού) στην απόφαση υπέρ της ένωσης των δύο Εκκλησιών. Μεταστράφηκε στον Ρωμαιοκαθολικισμό το 1439 και εγκαταστάθηκε στην Ιταλία, όπου έλαβε υψηλά αξιώματα (Καρδινάλιος, τιτουλάριος Λατίνος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως), ενώ υπήρξε υποψήφιος ακόμα και για τον παπικό θρόνο (1455). Στην Ιταλία είχε έντονη διπλωματική και ειρηνευτική δραστηριότητα• προσπάθησε χωρίς επιτυχία να βοηθήσει την πατρίδα του οργανώνοντας σταυροφορία κατά των Οθωμανών. Πέθανε στη Ραβέννα στις 18/11/1472.

Το πνευματικό έργο του Βησσαρίωνα στην Ιταλία υπήρξε πολύ σημαντικό. Σχηματίστηκε γύρω του ένας κύκλος λογίων, ενώ το σπίτι του λειτούργησε ως κέντρο φιλολογικής και φιλοσοφικής δραστηριότητας (η αποκαλούμενη Accademia Bessarionea). Δίπλα του εργάστηκαν σημαντικοί Έλληνες της διασποράς (Θεόδωρος Γαζής, Γεώργιος Τραπεζούντιος, Μιχαήλ Αποστόλης, Δημήτριος Χαλκοκονδύλης, Ανδρόνικος Κάλλιστος) και Ιταλοί λόγιοι (Lorenzo Valla, Poggio Bracciolini, Niccolò Perroto). Τεράστια ήταν η συνεισφορά του στην πολυδάπανη συγκέντρωση εκατοντάδων ελληνικών χειρογράφων από τουρκοκρατούμενες και ενετοκρατούμενες περιοχές. Αυτή η μεγάλη συλλογή αποτέλεσε τον πυρήνα της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης στη Βενετία.

Εκτός από τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, ο Βησσαρίων μερίμνησε να μεταφραστούν στα λατινικά έργα της αρχαίας γραμματείας• μερικά και από τον ίδιο: Πλάτωνα Φαίδρος, Αριστοτέλη Μετά τα φυσικά, Θεόφραστου Μεταφυσική, Ξενοφώντα Απομνημονεύματα, Δημοσθένη Α΄ Ολυνθιακός, Μ. Βασιλείου Ομιλίες.

Το κύριο έργο του είναι οι Ἔλεγχοι τῶν κατὰ Πλάτωνος βλασφημιῶν, που έμεινε γνωστό ως In calumniatorem Platonis, τυπωμένο (1469) σε λατινική μετάφραση με επιμέλεια του Perotti. Στην ίδια πολεμική συνάφεια ανήκουν το Περὶ φύσεως καὶ τέχνης και το σύντομο Πρὸς τὰ Πλήθωνος πρὸς Ἀριστοτέλη περὶ οὐσίας. Σώζονται πολλές επιστολές του, ανάμεσά τους προς τους Πλήθωνα, Ανδρόνικο Κάλλιστο, Θεόδωρο Γαζή και Γεώργιο Τραπεζούντιο, με φιλοσοφικό ενδιαφέρον. Τα θεολογικά έργα του εστιάζουν σε θέματα δογματικών διαφορών Ελλήνων και Λατίνων (για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος), ενώ έχει γράψει λόγους και άλλα ρητορικά κείμενα.

2. Η παρουσίαση και ερμηνεία της πλατωνικής φιλοσοφίας

Το σημαντικότερο φιλοσοφικό έργο του Βησσαρίωνα, το In columniatorem Platonis, γνώρισε αρκετές αναθεωρήσεις έως ότου τυπωθεί και αναμενόταν για καιρό στους πνευματικούς κύκλους της Ρώμης. Εκεί διεξαγόταν μια ελληνική διαμάχη: ο αριστοτελικός Γεώργιος Τραπεζούντιος (1395-1472) είχε κυκλοφορήσει χειρόγραφα και είχε τυπώσει (1458) την Comparatio Philosophorum Aristotelis et Platonis (Σύγκριση των φιλοσόφων Αριστοτέλη και Πλάτωνα), και μετέφραζε στα λατινικά πλατωνικούς διαλόγους, προβάλλοντας την εικόνα ενός επικίνδυνου ηθικά και πολιτικά Πλάτωνα, Νέμεσης του χριστιανισμού, και υποστηρίζοντας έναν εκχριστιανισμένο αριστοτελισμό.

Στον Βησσαρίωνα κυριαρχεί η πολεμική ρητορική εναντίον του «βλάσφημου» Τραπεζούντιου, καθώς αυτός κατηγορείται για κακός μεταφραστής, φιλόλογος, ρήτορας, φιλόσοφος και θεολόγος. Ωστόσο, και με δεδομένη την ελάχιστη ουσιαστική γνώση που είχαν τότε οι Λατίνοι για τον Πλάτωνα, οι Ἔλεγχοι θεωρήθηκαν από τον Βησσαρίωνα ως ευκαιρία να εκθέσει αυτό που θεωρούσε ορθή –και ωφέλιμη για την ιστορική συγκυρία– ερμηνεία της πλατωνικής φιλοσοφίας, όχι μόνο αναιρώντας μεθοδικά τις ευφάνταστες κατηγορίες και παρερμηνείες του Τραπεζούντιου, αλλά και υπονομεύοντας τις λατινικές, σχολαστικής προέλευσης, προκαταλήψεις για τον Πλάτωνα.

Η ερμηνεία του Πλάτωνα γίνεται κατανοητή με αναφορά και σε δύο παραμέτρους:

(1) Το πολιτικό-ιδεολογικό πλαίσιο και την ερμηνεία της πτώσης του Βυζαντίου: ο Βησσαρίων αντικρούει την κατηγορία του Τραπεζούντιου πως η πτώση οφειλόταν στο ότι η αυτοκρατορία ακολούθησε τις διδασκαλίες του Πλάτωνα (υπαινιγμός στον παγανιστή Πλήθωνα, δάσκαλο του Βησσαρίωνα), που αποτέλεσαν εμπόδιο στην ένωση των Εκκλησιών. Απεναντίας, βρίσκει ότι, πέρα από τη φθορά των ανθρωπίνων στην οποία υπέκυψε η ούτως ή άλλως μεγάλης διάρκειας αυτοκρατορία, η πτώση οφειλόταν στο ότι εγκατέλειψε τους θείους καὶ ἱερούς και τους πολιτικοὺς νόμους, με τους οποίους συμφωνεί, κατά τη γνώμη του, και η πλατωνική διδασκαλία.

(2) Το φιλοσοφικό πλαίσιο: η σχέση της χριστιανικής πίστης με την αρχαία φιλοσοφία, καθώς εκτυλίσσεται η διαμάχη Πλατωνικών-Αριστοτελικών στο ύστερο Βυζάντιο. Αντίθετα προς τον Τραπεζούντιο που, και κατά το παράδειγμα του Θωμά Ακινάτη και του Γεώργιου Σχολάριου (Πατριάρχη Γενναδίου), πρότεινε την αξιοποίηση της αριστοτελικής φιλοσοφίας, ο Βησσαρίων –υιοθετώντας μετριοπαθή στάση (και τη σχολαστική πρακτική της παράθεσης επιχειρημάτων υπέρ και κατά μιας θέσης)– επιχειρεί να αποκαταστήσει τον Πλάτωνα και να αποδείξει την ανωτερότητά του. Εκτιμά ότι η σχέση του Πλάτωνα με τον Αριστοτέλη είναι σχέση αιτίας προς αποτέλεσμα: Χρωστάμε χάρη στον Αριστοτέλη που συνόψισε τις επιστήμες, αλλά δεν πρέπει γι’ αυτόν τον λόγο να τον θεωρούμε ανώτερο του Πλάτωνα, όπως δεν θεωρούμε έναν σχολαστικό θεολόγο ανώτερο από τους Πατέρες.

Ο Βησσαρίων δεν υπερασπίζεται μόνο τον Πλάτωνα αλλά και τον ιστορικό Αριστοτέλη, συγκρίνοντας τόσο τους δύο μεταξύ τους όσο και με τη χριστιανική διδασκαλία. Αναγνωρίζει την απόσταση αμφοτέρων από τη χριστιανική αποκάλυψη: για τον Πλάτωνα σημειώνει την προΰπαρξη των ψυχών και την πολυθεΐα, αλλά αρνείται την παλαιότερη (και του Τραπεζούντιου) κατηγορία ότι ο Πλάτων ήταν πηγή όλων των αιρέσεων. Θεωρεί ότι η πλατωνική φιλοσοφία βρίσκεται εγγύτερα στη χριστιανική σκέψη, διότι της παρέχει φιλοσοφική βάση και μπορεί να χρησιμεύσει στον διάλογο με τους σκεπτικιστές. Βλέποντας τον Πλάτωνα υπό το πρίσμα μιας ευαγγελικής προπαρασκευής, τονίζει την ανωτερότητά του επικαλούμενος παλαιότερους Πατέρες (όπως οι Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Γρηγόριος Νύσσης, Αυγουστίνος) και, παράλληλα, τη γνώμη του Πλούταρχου, του Αλέξανδρου Αφροδισιέα και την εναρμονιστική παράδοση του Μέσου Πλατωνισμού. Ιδιαίτερα έμφαση δίνει στην αποκατάσταση της φήμης του Πλάτωνα στο ηθικό πεδίο και ειδικά στο ζήτημα του έρωτα.

Εξηγεί γιατί ο Πλάτων υιοθέτησε τη μορφή του διαλόγου και υπερασπίζεται το αινιγματικό και ρητορικό ύφος του που οδηγεί τους αναγνώστες στην αληθινή σοφία. Αναλύει ή συνοψίζει θέματα όχι τόσο οικεία στην Ιταλία, όπως η αρχή όλων των όντων στον Παρμενίδη, η δημιουργία του κόσμου στον Τίμαιο, η αθανασία της ψυχής, ο ρόλος των πολύτιμων μαθηματικών για την ανάμνηση των θείων πραγμάτων, οι αρχές των φυσικών πραγμάτων και η αναγωγή των στοιχείων σε επίπεδες και γραμμικές μορφές. Προκρίνει την αλληγορική ερμηνεία των πλατωνικών κειμένων, μιλώντας θετικά για τα άγραφα δόγματα, αλλά ταυτόχρονα επισημαίνει την ανάγκη (και μέμφεται τον Τραπεζούντιο για την έλλειψη) συναφειακής ερμηνείας των χωρίων. Παράλληλα, κατακρίνει αναλυτικά τη μετάφραση των Νόμων από τον Τραπεζούντιο, προτάσσοντας σύνοψη του πλατωνικού έργου, για να αποδείξει ότι ο Τραπεζούντιος παρερμήνευσε και χειρίστηκε κατά το δοκούν το κείμενο.

Η ερμηνεία του Πλάτωνα διευκολύνει τη συζήτηση και κεντρικών φιλοσοφικών-θεολογικών προβλημάτων: ο ένας Θεός, το τριαδικό μυστήριο, η καταγωγή και η διάρκεια του κόσμου, η πρόνοια και ο προκαθορισμός, η αθανασία της ανθρώπινης ψυχής και η θέωση. Συνολικά στο έργο του ο Βησσαρίων συγκεφαλαιώνει και στηρίζεται στη βυζαντινή ερμηνευτική παράδοση, ενώ η σύνθεση νεοπλατωνικών και χριστιανικών στοιχείων παραπέμπει στον Διονύσιο και γενικότερα στην ανατολική αποφατική θεολογία –έτσι εξηγείται και η κριτική του στη χρήση των συλλογισμών στη θεολογία: ο διαλεκτικός λόγος είναι κατάλληλος μόνο για τη φύση και τον άνθρωπο.

Με το έργο αυτό ο Βησσαρίων δεν έκανε απλώς γνωστό τον Πλάτωνα στους λατινόφωνους λογίους της εποχής του• υπέδειξε μια κατεύθυνση ερμηνείας της σκέψης των δύο μεγάλων φιλοσόφων. Ενέταξε τον Πλάτωνα, με νεοπλατωνικό πνεύμα (βασισμένος στην Πλατωνική θεολογία του Πρόκλου), στην πορεία μιας «αιώνιας φιλοσοφίας» –κάτι που θα εμπνεύσει τον αναγεννησιακό πλατωνισμό (Φιτσίνο, Ντέλλα Μιράντολα). Αναπόσπαστο στοιχείο του πλατωνισμού θεώρησε τον Αριστοτέλη (της επιστημονικής γνώσης), συμπληρωματικό της θεολογικο-μεταφυσικής σκέψης του Πλάτωνα (της σοφίας). Δεν αποσιώπησε, ωστόσο, ούτε μείωσε τις διαφορές τους, καταφεύγοντας σε συγκρητιστική ή εκλεκτιστική θεώρησή τους• ήθελε να επιφέρει ειρήνη μεταξύ των φιλοσοφικών παρατάξεων. Αυτή την εναρμονιστική στάση, με συνείδηση των διαφορών, ο Βησσαρίων την εφαρμόζει στη φιλοσοφία και στη θρησκεία (για τη θρησκευτική, πολιτική και πολιτιστική ένωση Ελλήνων και Λατίνων), φέρνοντας στο προσκήνιο τα κείμενα, ώστε με βάση αυτά να ελεγχθούν οι λανθασμένες ερμηνείες που οδηγούν στον χωρισμό.

3. Η επίδραση του έργου του

Ο Βησσαρίων με την όλη δραστηριότητά του, ενισχυμένη από την αξιοποίηση του νέου μέσου, του έντυπου βιβλίου, άσκησε μεγάλη επίδραση στον αναγεννησιακό πλατωνισμό, ιδίως του Φιτσίνο, αλλά και στον αριστοτελισμό, π.χ. του Pomponazzi και του Cajetan. Ανέδειξε τη διαφορά ανάμεσα στον αλεξανδρινό πλατωνισμό και τον αβερροϊσμό, στον θωμισμό και στον ιστορικό Αριστοτέλη. Ενέπνευσε τον Κοπέρνικο, ο οποίος διάβασε και έγραψε σημειώσεις στο In Calumniatores, και εδραίωσε την αντίληψή του για τη σημασία των μαθηματικών στη φυσική εξήγηση. Κατέδειξε στους Ιταλούς ανθρωπιστές την ανάγκη να έχουν πρόσβαση στα πρωτότυπα φιλοσοφικά κείμενα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, και πάντως όχι σε ανεπαρκείς μεταφράσεις τους.

Το μεγάλο έργο του τυπώθηκε τρείς φορές ως το 1520 και αποτέλεσε για δεκαετίες πηγή γνώσης για την πλατωνική φιλοσοφία. Πέτυχε να προσφέρει έναν Πλάτωνα ‘ασφαλή’ για τους χριστιανούς, ενσωματώνοντας στην ερμηνεία του πολλά στοιχεία της νεοπλατωνικής υπομνηματιστικής και της βυζαντινής παράδοσης. Έτσι, ο Βησσαρίων πίστευε ότι ισχυροποιούσε την αποστολή του να συμβάλει στην πολιτιστική ώσμωση και την πνευματική συμφιλίωση ελληνικής ορθόδοξης Ανατολής και λατινικής ρωμαιοκαθολικής Δύσης. Θεωρούσε ότι με το έργο του απαντούσε στην αντίληψη περί ανυπέρβλητων διαφορών μεταξύ τους, δίνοντας στη φιλοσοφία –και ειδικά την πλατωνική– τον επικουρικό ρόλο για τη λύση αυτών των διαφορών, η οποία θα οδηγούσε στη σωτηρία της πατρίδας του.

Ο Βησσαρίων απολάμβανε τον θαυμασμό και τον σεβασμό των λογίων της εποχής, για την ευρυμάθεια και τις γνώσεις του, ενώ όλοι αναγνώριζαν τη συμβολή του στην αναβίωση των κλασικών σπουδών, με τη διάσωση, αντιγραφή, μετάφραση και ερμηνεία έργων της ελληνικής αρχαιότητας. Υπήρξε ασφαλώς η πιο εμβληματική περίπτωση της translatio studii από την ελληνική Ανατολή στην Ιταλία τον 15ο αιώνα, ως «μεταξύ των Ελλήνων λατινικότατος, μεταξύ των Λατίνων ελληνικότατος» (Valla).

Συγγραφέας: Γεώργιος Ζωγραφίδης
  • Mohler, L. ed. Πρὸς τὰ Πλήθωνος πρὸς Ἀριστοτέλη περὶ οὐσίας. .
  • Ἔλεγχοι τῶν κατὰ Πλάτωνος βλασφημιῶν (In calumniatorem Platonis). .
  • Mohler, L. ed. Εἰ ἡ φύσις καὶ ἡ τέχνη βουλεύονται ἢ οὐ. .
  • Patrologia Graeca 161. Paris.
  • Τραπεζοῦντος ἐγκώμιον. Θεσσαλονίκη, 2000.
  • Coluccia, G.L, . Basilio Bessarione: Lo spirito greco e l'occidente. Firenze, 2009.
  • Fiaccadori, G, Bessarione e l’Umanesimo . Napoli, 1994.
  • Mohler, L, Kardinal Bessarion als Theologe, Humanist und Staatsmann. Berlin.
Αριστοτέλης

Αριστοτέλης

Ο σπουδαιότερος μαθητής και το αντίπαλο φιλοσοφικό δέος του...

Πλατωνικές επιρροές στο ρεύμα του Σχολαστικισμού

Πλατωνικές επιρροές στο ρεύμα του Σχολαστικισμού

Ο Αριστοτέλης είναι ευλόγως συνδεδεμένος αξεχώριστα με τον...

Νεοελληνικές μεταφράσεις του Πλάτωνα

Νεοελληνικές μεταφράσεις του Πλάτωνα

Η συστηματική μετάφραση έργων του Πλάτωνα στα νέα ελληνικά...

Τόμας Μορ (Sir Thomas More)

Τόμας Μορ (Sir Thomas More)

Άγγλος ουμανιστής, πολιτικός και συγγραφέας (1477/78-1535)....