Μετά την Πολιτεία και τους Νόμους, ο Γοργίας είναι ο μακροσκελέστερος διάλογος του Πλάτωνα. Τυπικά, η θεματική του διαλόγου αφορά τη ρητορική, ωστόσο το κεντρικό μοτίβο είναι η δικαιοσύνη και ο ρόλος της για την ανθρώπινη ευτυχία. Πρόκειται για το μόνο πλατωνικό διάλογο όπου ο Σωκράτης δεν κατορθώνει να πείσει κανέναν από τους συνομιλητές του.

Από θεματικής άποψης ο Γοργίας τοποθετείται ανάμεσα στους λεγόμενους ήσσονες σωκρατικούς διαλόγους και τους μέσους διαλόγους που εισάγουν τη θεωρία των Ιδεών. Αποτυπώνει μια φανταστική συζήτηση ανάμεσα στον Σωκράτη και τρεις συνομιλητές: αρχικά ο Σωκράτης συζητά με το σοφιστή Γοργία, κατόπιν με τον Πώλο, μαθητή του Γοργία, και τέλος με τον Καλλικλή, που επίσης παρουσιάζεται στο διάλογο ως μαθητής του Γοργία. Κανείς από τους τρεις συνομιλητές δεν έχει λάβει φιλοσοφική εκπαίδευση, μάλιστα ο Καλλικλής επισημαίνει αργότερα πως είναι περήφανος γι’ αυτό, μολονότι αναγνωρίζει ότι η ενασχόληση με τη φιλοσοφία σε νεαρή ηλικία έχει αξία.

Συζήτηση με τον Γοργία

Ο Γοργίας ισχυρίζεται ότι η ρητορική αποτελεί τέχνη που χρησιμοποιείται για την εξασφάλιση πειθούς (πειθοῦς δημιουργός). Μπορεί επίσης να πείσει για το τι είναι δίκαιο και άδικο στα δικαστήρια και τις δημόσιες συνελεύσεις. Ο Σωκράτης παρατηρεί ότι οι άνθρωποι πείθονται τόσο για αλήθειες όσο και για ψεύδη. Ως εκ τούτου, αν η ρητορική τεθεί στη διάθεση ανθρώπων που δεν γνωρίζουν την αλήθεια για τη δικαιοσύνη, μπορεί να αποβεί καταστροφική. Υπερασπιζόμενος τις απόψεις του ο Γοργίας απαντά ότι ο τρόπος με τον οποίο οι μαθητές χρησιμοποιούν τη ρητορική δεν αποτελεί ευθύνη του δάσκαλου της ρητορικής, όμως συμφωνεί ότι είναι διατεθειμένος να διδάξει οποιονδήποτε μαθητή του που είναι αδαής σχετικά με τη δικαιοσύνη. Συμφωνεί επίσης ότι τα άτομα που έχουν γνώση γύρω από τη δικαιοσύνη θέλουν να πράττουν με τρόπο δίκαιο. Η συζήτηση του Σωκράτη με τον Γοργία καταλήγει σε ένα γνήσιο δίλημμα: ενώ η άποψη ότι οι άνθρωποι θέλουν να πράττουν αυτό που είναι δίκαιο φαντάζει εύλογη, είναι σαφές ότι δεν μπορούν να το πράττουν πάντα, μολονότι το γνωρίζουν.

Συζήτηση με τον Πώλο

Ο Πώλος επιλέγει το δεύτερο σκέλος του διλήμματος. Θεωρεί ότι οι άνθρωποι θέλουν να πράττουν μόνο αυτό που πιστεύουν ότι είναι προς όφελός τους, άσχετα με το αν είναι δίκαιο ή άδικο, η δε ρητορική είναι η καλύτερη τέχνη καθόσον τους επιτρέπει ακριβώς αυτό. Ο Σωκράτης επιλέγει το δεύτερο σκέλος του διλήμματος. Συμφωνεί ότι οι άνθρωποι θέλουν να πράττουν αυτό που είναι καλό για τους ίδιους, ωστόσο αυτό που είναι προς όφελός τους είναι αυτό που είναι δίκαιο, αυτός δε είναι ο λόγος για τον οποίο θέλουν να το πράττουν. Η ρητορική κάθε άλλο παρά ανώτερη τέχνη είναι. Δεν είναι καν τέχνη, μόνο μια εμπειρική δεξιότητα μεταμφιεσμένη ως τέχνη. Είναι η επιδεξιότητα της κολακείας, την οποία ο ρήτορας χρησιμοποιεί για να πείθει το ακροατήριο αναλόγως με τις ανάγκες του ρήτορα. Αντίθετα, αυτό που ο ρήτορας οφείλει να κάνει είναι να χρησιμοποιεί τη δικαιοσύνη για να διδάσκει τους ακροατές τι είναι δίκαιο.

Τόσο για τον Σωκράτη, όσο και για τον Πώλο, αυτό που είναι «καλό» είναι αυτό που φέρνει ευτυχία στο άτομο που το κατέχει. Ο Σωκράτης προτείνει τη θέση ότι μόνο η δικαιοσύνη καθιστά τους ανθρώπους ευτυχισμένους, καθίσταται μάλιστα προφανές ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο προηγουμένως ισχυρίστηκε ότι οι άνθρωποι θέλουν να πράττουν αυτό που είναι δίκαιο. Ο Πώλος δεν συμφωνεί ότι η δικαιοσύνη φέρνει αυτό το αποτέλεσμα, δεν είναι όμως σε θέση να διατυπώσει κάποια άποψη για το τι φέρνει ευτυχία, πέρα από το να πράττει κανείς αυτό που θέλει. Ούτε και ο Σωκράτης μπορεί να διατυπώσει μια άποψη για τη δικαιοσύνη που να μπορεί να πείσει ότι αυτή είναι το μόνο που μπορεί να φέρει ευτυχία στο άτομο που την κατέχει. Αντί γι’ αυτό, προσπαθεί να υποστηρίξει αυτή τη θέση προτείνοντας να επιχειρηματολογήσουν για δύο αμφιλεγόμενους ισχυρισμούς – ότι δηλαδή είναι καλύτερο να είναι κανείς θύμα αδικίας από το να διαπράττει αδικία, και ότι είναι προτιμότερο για κάποιον που έχει διαπράξει αδικία να τιμωρείται από το να αποφεύγει την τιμωρία. Ο Πώλος θεωρεί και τους δύο αυτούς ισχυρισμούς απαράδεκτους, ωστόσο επειδή δεν διαθέτει φιλοσοφική παιδεία δεν είναι σε θέση να τους καταρρίψει. Μολαταύτα, προτού η συζήτησή του με τον Σωκράτη ολοκληρωθεί ξεκαθαρίζει ότι δεν πιστεύει λέξη από τα λεγόμενα του Σωκράτη.

Συζήτηση με τον Καλλικλή

Ο Σωκράτης κατόρθωσε να εξαναγκάσει τον Πώλο να αποδεχτεί αυτούς τους δύο αμφιλεγόμενους ισχυρισμούς αποσπώντας τη συμφωνία του στο ότι το να διαπράττει κανείς αδικία είναι πιο επαίσχυντο από το να πέφτει θύμα αδικίας. Ο Καλλικλής εκφράζει την ένσταση ότι ο Σωκράτης χρησιμοποιεί τον όρο «δικαιοσύνη» με τρόπο αμφίσημο και διακρίνει αυτό που αποκαλεί συμβατική δικαιοσύνη και από τη φυσική δικαιοσύνη. Σύμφωνα με τον Καλλικλή, ο Σωκράτης εξισώνει αδικαιολόγητα αυτά τα δύο είδη δικαιοσύνης. Μόνο στην περίπτωση της συμβατικής δικαιοσύνης είναι πιο επαίσχυντο να είναι κανείς ο θύτης και όχι το θύμα μιας αδικίας. Στη δεύτερη περίπτωση είναι πάντα πιο επαίσχυντο να είναι κανείς θύμα αδικίας. Η φυσική δικαιοσύνη υπαγορεύει ότι οι λίγοι και ανώτεροι έχουν το δικαίωμα να εξασφαλίζουν μεγαλύτερο μερίδιο για τους ίδιους καθυποτάσσοντας τους κατώτερους και συμπεριφερόμενοι απέναντί τους ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Από την άλλη, η συμβατική δικαιοσύνη είναι αυτό που οι πολλοί συμφωνούν να ορίσουν ως νόμο προκειμένου να εμποδίζουν τους ανώτερους να αποκτήσουν μεγαλύτερο μερίδιο.

Ο Καλλικλής θεωρεί ότι η φυσική δικαιοσύνη διαθέτει αντικειμενική βάση και ως απόδειξη επικαλείται τη συμπεριφορά των ανθρώπων αλλά και των ζώων. Αποτελεί ψυχολογικό γεγονός, ισχυρίζεται ο Καλλικλής, ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα πηγάζει από την προσπάθεια ικανοποίησης των επιθυμιών, η δε ικανοποίησή τους φέρνει ευτυχία στους ανθρώπους. Όσο περισσότερες επιθυμίες ικανοποιεί κανείς, τόσο πιο ευτυχισμένος γίνεται. Αν δεν περιοριστούν, οι επιθυμίες μεγαλώνουν μέχρις ότου αποκορυφωθούν, το δε άτομο που επιτρέπει στις επιθυμίες να αποκορυφωθούν και έχει την ικανότητα να αφιερώσει τους πόρους που είναι απαραίτητοι για την ικανοποίησή τους είναι αληθινά ευτυχισμένο. Ανώτερα είναι τα άτομα που είναι προικισμένα από τη φύση με επαρκή νοημοσύνη ώστε να εντοπίζουν πόρους για την ικανοποίηση των διευρυμένων επιθυμιών και επαρκές θάρρος ώστε να πράττουν ό,τι είναι απαραίτητο για να εξασφαλίσουν αυτούς τους πόρους. Κατώτερα είναι τα άτομα τα οποία δεν διαθέτουν την απαραίτητη νοημοσύνη και θάρρος για την ικανοποίηση των διευρυμένων επιθυμιών.

Έτσι ο Καλλικλής επιλέγει το ίδιο σκέλος του διλήμματος που προτίμησε ο Σωκράτης και με το οποίο ολοκληρώθηκε η συζήτησή του με τον Γοργία. Πάλι σύμφωνα με τον Καλλικλή, οι άνθρωποι επιθυμούν πάντα να πράττουν το δίκαιο από τη φύση τους, γεγονός το οποίο εξηγεί επίσης τον λόγο για τον οποίο κατά τα φαινόμενα συχνά δεν επιθυμούν αυτό που γνωρίζουν ότι είναι δίκαιο, όπως υποστηρίζει το άλλο σκέλος του διλήμματος. Συχνά αυτό που δεν επιθυμούν να πράξουν είναι αυτό που είναι συμβατικά δίκαιο. Ο Σωκράτης απορρίπτει τις απόψεις του Καλλικλή περί δικαιοσύνης, ωστόσο δεν μπορεί να προτείνει κάποια εναλλακτική. Για την ακρίβεια, απορρίπτει τη σπουδαιότητα των επιθυμιών και ως εκ τούτου τον ισχυρισμό ότι αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της ανθρώπινης ψυχολογίας, κάτι που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη σε οποιαδήποτε θεωρία περί δικαιοσύνης. Αντί για επιχειρήματα και μια συνεκτική θεώρηση της δικαιοσύνης, η οποία θα μπορούσε δικαίως να θεωρηθεί συστατικό της ανθρώπινης ευτυχίας, προς το τέλος ο Σωκράτης προσφέρει έναν εσχατολογικό μύθο, όπου διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι οι ψυχές των αδίκων τιμωρούνται αυστηρά μετά θάνατον. Είναι προφανές ότι ο Σωκράτης δεν κατόρθωσε να πείσει με τα επιχειρήματά του τον Καλλικλή ούτε, πιθανότατα, και τον αμερόληπτο αναγνώστη.

Συμπέρασμα

Διαισθητικά φαντάζει εύλογο να ισχυριστεί κανείς ότι η προσπάθεια ικανοποίησης των επιθυμιών πρέπει να θεωρείται ακρογωνιαίος λίθος της ψυχικής κίνησης, όπως και ότι η ικανοποίησή τους είναι θεμελιώδους σημασίας για την ανθρώπινη ευτυχία. Συνεπώς, ο Καλλικλής φαινομενικά υπερισχύει. Ταυτόχρονα, ο ιδανικός βίος που ο Καλλικλής ενστερνίζεται δεν θα είναι ελκυστικός για πολλά άτομα, ενώ η ηθική στάση του Σωκράτη, μολονότι δεν αποτελεί κατ’ ανάγκην επιχείρημα, πιθανότατα θα έχει μεγαλύτερη απήχηση. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην Πολιτεία ο Πλάτωνας είναι σε θέση να υπερασπίσει την ηθική στάση του Σωκράτη παρουσιάζοντας μια περίτεχνη θεωρία περί δικαιοσύνης, η οποία βασίζεται σε μια λεπτομερή θεώρηση της ψυχολογίας στο κέντρο της οποίας βρίσκεται η επιθυμία.

Συγγραφέας: Πάνος Δήμας
  • Cooper, J. M. Reason and Emotion. Princeton, 1999.
  • Dodds, E.R. Plato Gorgias. Oxford, 1959.
  • Irwin, T. Plato's Ethics. New York∕Oxford, 1995.
  • Kahn, C. Plato and the Socratic Dialogue, The philosophical Use of a Literary Form. .
Ευθύφρων

Ευθύφρων

Σωκρατικός διάλογος του Πλάτωνα, που θεωρείται γενικά...

Έλληνες λόγιοι στην Ιταλία

Έλληνες λόγιοι στην Ιταλία

Στα τέλη του 14ου αιώνα μια σειρά λογίων, προερχόμενων από...

Ιωάννης Φιλόπονος

Ιωάννης Φιλόπονος

Γραμματικός, φιλόσοφος και θεολόγος που άκμασε στην...

Πολιτικές θεωρίες του 20ου αιώνα και Πλάτων

Πολιτικές θεωρίες του 20ου αιώνα και Πλάτων

Κατά τον εικοστό αιώνα η πλατωνική φιλοσοφία διέρχεται...