Κατηγορία: Φιλοσοφικές θεωρίες

Χριστιανισμός και μεσοπλατωνισμός

Η γένεση της χριστιανικής φιλοσοφίας για απολογητικούς σκοπούς επηρεάζεται από τον Μεσοπλατωνισμό και εκπροσωπείται από σημαντικούς στοχαστές, όπως ο Ιουστίνος και ο Κλήμης Αλεξανδρεύς

Η επίδραση του πλατωνισμού στην ανάπτυξη της χριστιανικής σκέψης και στη διατύπωση του δόγματος αποτελεί ένα από κεντρικά ζητήματα της έρευνας, παλαιότερης και σύγχρονης. Ειδικά ως προς τους πρώτους αιώνες της πατερικής σκέψης και μάλιστα των Απολογητών (2ος- αρχές 4ου αιώνα) πρέπει να εστιάσουμε στη σχέση τους με τον Μεσοπλατωνισμό, που –παρότι δεν αποτελεί συγκροτημένο ρεύμα σκέψης– ήταν η μορφή του πλατωνισμού με την οποία ήρθε πρώτα σε επαφή ο χριστιανισμός. Το πλατωνικό έργο και βασικές απόψεις του Μεσοπλατωνισμού βοήθησαν τους χριστιανούς στοχαστές να διαμορφώσουν –συνθετικά ή αντιθετικά– τη δική τους εννοιολογική γλώσσα, πέρα από την απλή γλώσσα της Καινής Διαθήκης, να παρουσιάσουν απολογητικά το δόγμα στους εθνικούς και να συγκροτήσουν ένα είδος χριστιανικής φιλοσοφίας. Ανάμεσα στις απόψεις αυτές είναι (α) η θεωρία για τη δημιουργία του κόσμου, όπως διατυπώνεται στον πιο δημοφιλή τότε διάλογο, τον Τίμαιο, με την έμφαση στην αγαθότητα του δημιουργού Πατέρα, (β) η θεωρία των ιδεών και η διάκριση αισθητών και νοητών, (γ) τα κατηγορήματα του αγένητου, άρρητου, αναλλοίωτου και ακατανόμαστου Θεού και (δ) η αντίληψη για τη δυσκολία πρόσβασης του ανθρώπινου λόγου και νου στην υπερβατική πραγματικότητα. Μερικοί από τους χριστιανούς στοχαστές που διαλέχθηκαν ή και συγκρούστηκαν με τον πλατωνισμό και ευρύτερα την αρχαία φιλοσοφία είναι οι Ιουστίνος, Τατιανός, Αθηναγόρας, Αριστείδης, Ερμείας, Κλήμης Αλεξανδρεύς και ο άγνωστος συγγραφέας του Παραινετικοῦ πρὸς Ἕλληνας.

Ιουστίνος

Βίος

Ο επονομαζόμενος Μάρτυς και Φιλόσοφος γεννήθηκε περίπου το 110 στη Φλαβία Νεάπολη της Σαμαρείας (Παλαιστίνη) και ήταν ελληνικής ή πάντως εθνικής καταγωγής. Από μικρός σπούδασε φιλοσοφία, ενδιαφέρθηκε κυρίως για τα μεταφυσικά προβλήματα και πέρασε από πολλές σχολές της εποχής του και, μάλλον, σε διάφορα μέρη (όχι μόνο στη γενέτειρά του αλλά ίσως και στην Αθήνα). Ξεκίνησε από τον στωικισμό, αλλά απογοητεύτηκε από την έλλειψη (υπερβατικής) θεολογίας και την ταύτιση Θεού και Λόγου του Σύμπαντος –άρα την απουσία θεογνωσίας. Απομακρύνθηκε και από τον περιπατητικό δάσκαλό του, γιατί αυτός ζήτησε δίδακτρα, ενώ από τον πυθαγόρειο γιατί απαιτούσε προγενέστερη γνώση αστρονομίας, γεωμετρίας κ.ά. Έτσι κατέληξε στον πλατωνικό δάσκαλο συνεπαρμένος από τη σκέψη περί των ασωμάτων και τη θεώρηση των ιδεών.

Ωστόσο, όπως ο ίδιος περιγράφει και δραματοποιεί στον Διάλογο (κεφ. 2-8) μία συζήτηση σε ερημική παραλία με άγνωστο γέροντα, που ακολουθούσε τη σωκρατική μέθοδο, τους οδήγησε στην αναίρεση των πλατωνικών αντιλήψεων για την αθανασία της ψυχής και τη μετεμψύχωση και στη θέση ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να προσεγγίσει μόνος του, νοητικά, τον Θεό, παρά μόνο με τη βοήθεια του Πνεύματος –και μεταστράφηκε στον χριστιανισμό και τη μελέτη της Γραφής.

Σε μια διήμερη συζήτηση (που τοποθετείται το 136 και καταγράφεται στον πλατωνικής έμπνευσης Διάλογον πρὸς Τρύφωνα) ο Ιουστίνος προσπαθεί να πείσει τον Ιουδαίο συνομιλητή του Τρύφωνα για την προπαρασκευαστική αξία του μωσαϊκού νόμου και το νόημα της ενανθρώπισης. Τον ίδιο χρόνο ο Ιουστίνος εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, άνοιξε σχολή (την πρώτη γνωστή χριστιανική), φορώντας πάντα τον φιλοσοφικό τρίβωνα, και επιχείρησε την αντικατάσταση της αρχαίας φιλοσοφίας με τη χριστιανική διδασκαλία. Είχε πολλούς μαθητές, κυρίως από την Ανατολή –μεταξύ τους ο Τατιανός και ο Ειρηναίος. Το διδακτικό έργο του δεν ήταν απρόσκοπτο λόγω των επεμβάσεων της πολιτικής εξουσίας, ιδιαίτερα από τον στωικό Μάρκο Αυρήλιο, και πιθανών καταγγελιών ανταγωνιστών φιλοσόφων δασκάλων, όπως ο κυνικός Κρήσκης. Για να υπερασπιστεί και να εξηγήσει τον χριστιανισμό, έγραψε δύο Ἀπολογίες. Τελικά, αποκεφαλίστηκε με έξι μαθητές του, μάλλον το 165.

Διδασκαλία και πλατωνική επίδραση

Οι Απολογίες του Ιουστίνου είναι από τις πρωιμότερες μαρτυρίες για τη θεματοποίηση της σχέσης του χριστιανισμού με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και ιδιαίτερα την κυρίαρχη τότε μορφή της, τον πλατωνισμό. Ο χριστιανός συγγραφέας αντλεί ελεύθερα από τις φιλοσοφικές πηγές, επιχειρώντας σε επιμέρους ζητήματα άλλοτε την εναρμόνιση φιλοσοφίας και χριστιανισμού, άλλοτε την απόδειξη της αδυναμίας της πρώτης και την απόρριψή της και άλλοτε την προσαρμογή μέσω της χριστιανικής ερμηνείας ορισμένων αρχαιοελληνικών αντιλήψεων.

Ο ίδιος ο Ιουστίνος ομολογεί την (αρχική και παροδική) χαρά του με τις διδασκαλίες του Πλάτωνα. Ως πλατωνικός φιλόσοφος ακόμη, αξιολογούσε θετικά τη στάση των χριστιανών μπροστά στον θάνατο. Η παρουσία φιλοσοφικών απόψεων του Μεσοπλατωνισμού είναι φανερή στο έργο του Ιουστίνου, καθώς επηρεάστηκε από την πλατωνική εκπαίδευση της εποχής του (όπου ο πλατωνισμός είχε την πρωτοκαθεδρία)• μπορούμε να αναγνωρίσουμε όμως και στωικές επιδράσεις, που συναντούμε εξάλλου τότε στο πλαίσιο του Μεσοπλατωνισμού. Ενδιαφέρουσα είναι η σύγκριση λ.χ. με τον Διδασκαλικό του Αλκινόου (μέσα 2ου αι. μ.Χ.).

Οι αρχαίες επιδράσεις ενσωματώνονται στον χριστιανισμό, σύμφωνα με τη θεωρία του σπερματικού λόγου και ενός φιλοσοφικού εκλεκτικισμού, όχι άγνωστου στη φιλοσοφία της εποχής: «Όσα κατά καιρούς διακήρυξαν καλώς και βρήκαν οι [αρχαίοι] φιλόσοφοι και νομοθέτες, φιλοτεχνήθηκαν από αυτούς σύμφωνα με την εύρεση και τη θέαση του μέρους του Λόγου που βρίσκεται εντός τους» (Απολ. Β΄ 10.2). Ο Ιουστίνος παρουσιάζει τον εαυτό του να αγωνίζεται να βρεθεί χριστιανός, «όχι επειδή τα διδάγματα του Χριστού είναι ξένα προς του Πλάτωνα, αλλά επειδή δεν είναι και παντελώς όμοια». Αυτό οφείλεται στο ότι φιλόσοφοι, όπως ο Πλάτων, είδαν αμυδρά μόνο, μέσω του έμφυτου Λόγου, την πραγματικότητα. Γι’ αυτό και ο Ιουστίνος εκφράζει συμπυκνωμένα τον πρώιμο χριστιανικό εκλεκτικισμό, που θέλει να αναλάβει ο ίδιος τη συνέχιση της αναζήτησης της αλήθειας: «όσα έχουν ειπωθεί από όλους καλώς ανήκουν σε μας τους χριστιανούς» (Απολ. Β’ 13)• όσοι έζησαν σύμφωνα με τον Λόγο, Έλληνες και βάρβαροι, άθεοι και ευσεβείς, είναι χριστιανοί (Απολ. Α΄46.3).

Λαμβάνοντας ασφαλώς υπόψη τη χριστιανική του προοπτική, μπορούμε να εντοπίσουμε αρκετές πλατωνικές επιρροές –λεκτικές και ουσιαστικές– στο έργο του Ιουστίνου.

Θεωρία των πρώτων αρχών: η μεταφυσική ως λόγος περὶ ἀρχῶν καὶ ἀσωμάτων (Απολογία Β΄ 7.8), ο Θεός εννόησε και δημιούργησε τον κόσμο διὰ λόγου (Απολ. Α΄ 63.5), «έχουμε διδαχθεί ότι ο Θεός λόγω της αγαθότητάς του δημιούργησε στην αρχή τα πάντα από άμορφη ύλης για χάρη των ανθρώπων• εάν αυτοί φανούν με τα έργα τους αντάξιοι της βούλησής του, θα καταξιωθούν να συναναστρέφονται μαζί του συμβασιλεύοντες, καθώς θα γίνουν άφθαρτοι και απαθείς» (Απολ. Α΄ 10.2). Ο Ιουστίνος, παραπέμποντας στην αφήγηση της Γενέσεως (1.1-3), θεωρεί ότι ο Πλάτων την αντίληψή του περί δημιουργίας την παρέλαβε από «δικό μας δάσκαλο, τον προφητικό Λόγο» (Απολ. Α΄59.1) και σχολιάζει συγκεκριμένα χωρία του Τίμαιου για να το αποδείξει.

Θεολογία: η δυσκολία της γνώσης του Πατέρα και δημιουργού μέσω του ανθρώπινου λόγου, αλλά και της ακριβούς διατύπωσης αυτής της γνώσης τεκμηριώνεται με παραπομπή στον Τίμαιο (28c)• εξάλλου το θείο θεωρείται καταληπτό μόνο με τον νου, «όπως λέει ο Πλάτων και εγώ πείθομαι σ’ αυτόν» (Διάλογος 3.7). Ταυτόχρονα, όμως, προτείνεται η υπέρβασή της χάρη στη δύναμη του σαρκωμένου πλέον Λόγου (Απολ. Β΄ 10.6-8). Έτσι ο χριστιανισμός ολοκληρώνει ό,τι υπήρχε ως σκιά και προσφέρει τη θέαση της αλήθειας.

Θεωρήθηκε (π.χ. Andersen 1953) ότι ο Ιουστίνος ως μεσοπλατωνικός ήταν ουσιαστικά θρησκευτικός φιλόσοφος και προτού μεταστραφεί στον χριστιανισμό ήδη πίστευε στην ύπαρξη θεού που ασχολείται με κάθε ατομική ανθρώπινη ύπαρξη μέσω της προνοίας και αποφασίζει για την ηθική ζωή του ανθρώπου και τη μεταθανάτια μοίρα του. Ωστόσο, μάλλον ο Ιουστίνος αναπτύσσει τη διδασκαλία του εκκινώντας κυρίως από την Γραφή και κατά την ερμηνεία της μεταφέρει τις πολιτιστικές και φιλοσοφικές αποσκευές του από την προ μεταστροφής θητεία του στην εθνική σκέψη, όπου κυριαρχούσε ο πλατωνισμός.

  • Χρήστου, Π. ed. Ιουστίνος, Ἀπολογία (Α΄ και Β΄), Διάλογος πρὸς Τρύφωνα, Λόγος περὶ ἀναστάσεως: Άπαντα τα έργα. Θεσσαλονίκη, 1985.
  • Nahm, C. "The Debate of the "Platonism" Of Justin Martyr." The Second Century. A Journal of Early Christian Studies 9 (1992)
  • Edwards, M. J. "On the Platonic Schooling of Justin Martyr." Journal of Theological Studies 42 (1991)
  • Chadwick, H, Early Christian Thought and the Classical Tradition. Oxford, 1984.
Η νεοπλατωνική σχολή της Αλεξάνδρειας

Η νεοπλατωνική σχολή της Αλεξάνδρειας

Νεοπλατωνική σχολή φιλοσοφίας που ήταν ενεργή περίπου από...

Πορφύριος

Πορφύριος

Μείζων νεοπλατωνικός φιλόσοφος του 3ου αι. (234 - π. 305...

Ιωάννης Σκώτος Εριγένης

Ιωάννης Σκώτος Εριγένης

Με τον Εριγένη (περ. 800-877 μ.Χ.) η δυτική χριστιανοσύνη...

Φαίδων

Φαίδων

Διάλογος της λεγόμενης μέσης (ή ώριμης) συγγραφικής...